throughout$83282$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

throughout$83282$ - translation to ελληνικό

Young England magazine; Young England: A Illustrated Magazine for Boys Throughout the English-Speaking World

throughout      
adv. παντού, καθ" ολοκληρίαν, καθ" όλην την διάρκεια, καθ" όλην την έκταση
woman hater         
  • Allan G Johnson 2003
  • [[Chimamanda Ngozi Adichie]]
  • Roman copy of a Hellenistic bust of Chrysippus ([[British Museum]])
  • Marcus Tullius Cicero]]
  • [[Jean-Léon Gérôme]], Pygmalion and Galatea, ca. 1890
  • [[Julia Gillard]]
  • Laach Abbey church]], 13th century.
  • [[Friedrich Wilhelm Nietzsche]]
  • Portrait of Aristotle, copy of [[Lysippos]], Louvre
  • Pandora by John William Waterhouse
  • Personification of the seven deadly sins,	
Mediaeval, Wellcome L0029327
  • Schopenhauer by [[Karl Bauer]]
PREJUDICE AGAINST FEMALES
Misogynist; Misogynistic; Misogynous; Mysogyny; Mother/whore dichotomy; Misogeny; Misogency; Misoguny; Misogynists; Mysogynistic; Mysogny; Masogyny; Mysogany; Mysogonistic; Misogony; Woman hater; Women Hater; Hatred of women; Woman-hater; Mysogynist; Misogynism; Anti-women sentiment; Misogynic; Anti-women; Mysoginy; Mysogyni; Misogyni; Misoginy; Internet misogyny; Discrimintation against women throughout the world; Misogyny in Christianity; Misogyny in Islam; Religion and misogyny; Misogyny and religion; Anti-woman; 'Woman Hater'; Online misogyny; Draft:'Woman Hater'; Misogynist extremism; Misogynistical; Christianity and misogyny; Arthur Schopenhauer's views on women
n. μισογύνης

Ορισμός

durchkomponiert
[?d??x'k?mp?n??t]
¦ adjective Music (of a song) having different music for each verse.
Origin
from Ger., from durch 'through' + komponiert 'composed' (because the music is different throughout).

Βικιπαίδεια

Young England (magazine)

Young England: A Illustrated Magazine for Boys Throughout the English-Speaking World is a British story paper that was published from 1880 until 1937 and aimed at a similar audience to the Boy's Own Paper.